Τετάρτη 7 Απριλίου 2010

Μες στο λευκό και μες στο μαύρο


ΜΕΣ ΣΤΟ ΛΕΥΚΟ ΚΑΙ ΜΕΣ ΣΤΟ ΜΑΥΡΟ
Δεκατέσσερις χειραψίες με το χρόνο
Χ

Είναι το άγγιγμα που θέλει
η ομορφιά
είναι το φίλημα που γίνεται
στον κήπο
είν' το θρινάκι που μιλάει
με τα στάχυα
πριν τα σηκώσει και τα δώσει στο βοριά.

Μες σ' ένα αλώνι που γυρίζει διαρκώς
χιλιάδες χρόνια
χιλιάδες κόκκοι που 'πεσαν στη γη
να πατηθούν και να βλαστήσουν.

Όλα κυλούν μες σ' ένα δάκρυ καθαρό.
Δ. Περοδασκαλάκης

Το κείμενο μονολογώντας φιλοσοφικά ανακινεί τον οικουμενικό και διαχρονικό διάλογο για τη θέση του ανθρώπου στον κόσμο «που του δόθηκε» να ζήσει, παρακάμπτοντας ή εκμηδενίζοντας την ελευθερία και τη βούλησή του, τοποθετώντας τον σ' ένα προδιαγεγραμμένο πλαίσιο, αποκαλύπτοντας την τραγικότητα της ύπαρξής του. Στο ποίημα οι φιλοσοφικές απόψεις ειδικότερα περιστρέφονται ή στροβιλίζονται γύρω από τη συμβολική ενέργεια της αγροτικής εργασίας του λιχνίσματος, που αποτελεί την τελική φάση ολοκλήρωσης του ετήσιου κύκλου της δημιουργίας, η οποία ξεκινώντας από το σπόρο που πέφτει με τη σπορά μέσα στη γη καταλήγει πάνω στη γη με το λίχνισμα.

Η πρώτη μας διαπίστωση κατά την ανάγνωση είναι η στενή σχέση με τη φύση, η καλή γνώση της αγροτικής ζωής,, η αξιοποίηση των συμβολισμών της. Το λίχνισμα για λόγους πρακτικής αναγκαιότητας συμβαίνει κατά το χρόνο του απογεύματος, αφού έχει προηγηθεί η προτελευταία φάση, το αλώνισμα, και συμβολικά αντιστοιχεί στην καμπή της ζωής. Τα αλώνια βρίσκονταν σε επιλεγμένα μέρη, ώστε να μπορούν να αξιοποιήσουν τη δύναμη του ανέμου, του οποίου η ένταση ενισχύεται το απόγευμα. Ο βοριάς και όχι άλλος άνεμος, ο πιο ισχυρός σε ένταση, είναι αυτός που μπορεί να παρασύρει τα άχυρα και να διαχωρίσει τον καρπό (στάχυα).
Αυτή η διαδικασία του λιχνίσματος γίνεται μια πράξη τρυφερή και ομιλητική, επικοι-νωνίας (κατά Δ. Ν. Μαρωνίτη) συμβάλλοντας στην ολοκλήρωση του κύκλου της ζωής. Όμως με μια αίσθηση απροσδόκητου, διάψευσης και ανατροπής, η ώρα της ολοκλήρωσης της φυσικής πορείας και διαδρομής, της δικαίωσης και συνειδητοποίησης, καταλήγει σε μια ώρα πικρή: ενώ ο άνθρωπος περίμενε την πληρωμή, ενώ θεωρούσε τον εαυτό του κυρίαρχο πρόσωπο σ' αυτή τη διαδικασία του κύκλου που διήνυσε ο σπόρος, αποδεικνύεται ότι είναι και ο ίδιος ένα παθητικό πρόσωπο, ένα πρόσωπο πάσχον.
Το αλώνι με το κυκλικό σχήμα του συμβολίζει τον κύκλο της ζωής και του θανάτου, την ανακύκλωση των στοιχείων, καθώς κάθε στοιχείο στην περιφέρεια του κύκλου σηματοδοτεί ταυτόχρονα την αρχή και το τέλος του. Έτσι όταν φτάσεις στο σημείο από το οποίο έχεις ξεκινήσει έχεις πραγματοποιήσει το σκοπό σου (τέλος), αλλά η πραγματοποίηση αυτή είναι και το τέλος = τέρμα. Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε και την ετυμολογία της λέξης που παραπέμπει στην καταστροφή, από το αρχαίο αλίσκομαι. Από την ετυμολογία του αλωνιού από το αλίσκομαι προκύπτει το δάκρυ, καθώς και από τη διαπίστωση ότι αυτή η αδιάκοπη ροή και ανακύκλωση (τα πάντα ρει) συμπαρασύρει τα πάντα στο πέρασμά της και δυστυχώς ουκ αν εμβαίης δις εις τον αυτόν ποταμόν. Ο άνθρωπος έχει ελάχιστο κυματισμό στον αιώνιο κύκλο της ροής.
Το θρινάκι που μιλάει είναι η πιο καθοριστική στιγμή του ξεκαθαρίσματος. Ως τρίτο στοιχείο του ποιήματος (φίλημα, άγγιγμα, θρινάκι) μέσω του νόμου των τριών εστιάζει στην ανώτερη, έσχατη και ως εκ τούτου τελευταία κίνηση: μας τοποθετεί στο τέλος , στα άκρα, στην περιφέρεια, και όχι στο κέντρο. Η αρχαία άλως, ως κεντρικό τμήμα του γυναικείου στήθους, συνειρμικά λειτουργεί βέβαια και ως ζωοποιός δύναμη με τη διαδικασία του θηλασμού, υπενθυμίζοντάς μας τις μινωικές θεές της γονιμότητας. Η ζωογόνος δύναμή της όμως δεν είναι αρκετή να συντηρήσει τη ζωή, καθώς αυτή έχει ολοκληρώσει την πορεία και έχει φτάσει στο τέλος της. Επομένως αποκλείεται η δυνατότητα ερμηνείας του αλωνιού ως πηγή και κέντρου συντήρησης της ζωής.
Έτσι η ομορφιά που παρουσιάζουν οι δυο πρώτοι στίχοι, που οδηγεί στην ερωτική ατμόσφαιρα των δύο επόμενων (άγγιγμα, φίλημα (ο έρωτας είναι σημαντικός σταθμός στην πορεία της ζωής, εφόσον συμβάλλει στη συνέχιση της ζωής) και καταλήγει στη στιγμή της κάρπωσης, ενώ θα έπρεπε να δίνουν μόνο χαρά, αντίθετα καταλήγουν στην πικρή διαπίστωση ότι ολοκληρώνεται για μια ακόμη φορά ένας κύκλος ζωής κι αυτή η συμπλήρωση και ολοκλήρωση/ τελείωση/σκοπός/ τέλος/ τέρμα δεν είναι η κορύφωση που περιμέναμε, η δικαίωση, αλλά αναγκαστικά συνοδεύεται από τα πικρά συναισθήματα της απώλειας.
Πολλά εκφραστικά στοιχεία (ανοδική κίνηση, νόμος των τριών, κλιμάκωση) χρησιμο-ποιούνται για να τονίσουν την κατάληξη της ανθρώπινης διαδρομής, που συμβαδίζει με τη διάψευση και τη ματαιότητα του επίγειου: παρά τις καλές προσπάθειες και όλες τις ευοίωνες προοπτικές αποκαλύπτεται η αδυναμία του ανθρώπου να διαχωρίσει την τύχη του από εκείνη των υπόλοιπων δημιουργημάτων της φύσης: ένας μικρός κόκκος στο αλώνι και ο ίδιος, ασήμαντος, που τον περιμένει η ίδια τύχη με εκατομμύρια άλλους, και όχι ο σπουδαίος και ο ξεχωριστός, όπως αρχικά πίστευε.
Ένα ζουμ- κοντινό πλάνο στη στιγμή που ο άνθρωπος θέτει τη τελευταία πινελιά του έργου του και είναι έτοιμος να σταθεί στην άκρη περήφανος για το κατόρθωμά του. Ύστερα ο ποιητικός φακός απομακρύνεται σ' ένα ολοένα και μακρινότερο πλάνο : από το θρινάκι βλέπει το αλώνι και μετά με μια ιλιγγιώδη πορεία στον παρελθόντα χρόνο (χιλιάδες χρόνια), που προκαλεί υπαρξιακή ζάλη, σταματώντας σε πολύ κοντινά πλάνα (στους σπόρους που πατήθηκαν), αυτή η ισχυρή αντίθεση κοντινού και μακρινού, γενικού και μερικού, ατομικού και συνολικού , ύπαρξης και ουσίας αφήνει τον παρατηρητή - αναγνώστη ζαλισμένο και απελπισμένο στην ασημαντότητά του, άλαλο, άφωνο, χωρίς να μπορεί να αρθρώσει μια λέξη για να διαμαρτυρηθεί ούτε να υψώσει τον τόνο της φωνής του ή τα χέρια του σε μια επανάσταση . Η αθόρυβη, σιωπηλή αποδοχή/ εξωτερίκευση του εσωτερικού πόνου καθίσταται μια ροή δακρύων, όπως η αιώνια ροή των γεγονότων του Σκοτεινού Εφέσιου που συμπαρασύρει τα πάντα στο πέρασμά του. Το ποτάμι κυλά και θα κυλά αιώνια, μόνο που δεν μπορείς να μπεις παρά μια και μοναδική φορά στα νερά του. Ο ποταμός αυτός αποδεικνύεται τελικά ένας ποταμός δακρύων, ένας Κωκυτός, οριακός στη σχέση ζωής και θανάτου, εφόσον οδηγεί στη συνειδητοποίηση της τραγικής μοίρας του ανθρώπου, που ανακαλύπτει ότι δεν είναι το σπουδαίο και ξεχωριστό δημιούργημα, το πεφωτισμένο ον, αλλά ένα ον όπως όλα τα άλλο που υπακούει στους ίδιους νόμους φθοράς και μάλιστα αθώος και ακόμα χειρότερα με συνείδησή της τραγικότητας του.
Το θρινάκι, το όργανο της εργασίας, σε σχήμα συνεκδοχής εστιάζει την προσοχή μας στο όργανο αντί στην ίδια την εργασία που προϋποθέτει δρων πρόσωπο, απενοχοποιώντας έτσι την πρόθεση και την ευθύνη του. Στο 8στιχο κυριαρχούν τα ονόματα φωτογραφίζοντας στιγμιαίες, άχρονες ενέργειες (άγγιγμα, φίλημα) και το όργανο των εργασιών (θρινάκι) που υποθέτουμε ότι χειρίζεται ο άνθρωπος, ενώ στην πραγματικότητα ο ίδιος εμπλέκεται στη διεργασία του. Στο 4στιχο κυριαρχούν τα ρήματα σε χρόνο που τονίζει τις διαρκώς επαναλαμβανόμενες ενέργειες που υφίστανται (παθητική σύνταξη) τα περιεχόμενα του αλωνιού. Ενώ θα περιμέναμε η ανθρώπινη παρουσία να κινεί τα νήματα στο χώρο αυτό, η απουσία ενεργητικού ρήματος και η δήλωση της παρουσίας του μέσω ονομάτων που ενέχουν μια στατικότατα και επομένως διαχρονικότητα, μαζί με τον τελευταίο στίχο, όπου το δάκρυ βρίσκεται έξω από τον έλεγχό του επιβεβαιώνουν την αδυναμία του ανθρώπου όχι να παρέμβει και ν' αλλάξει τα γεγονότα, αλλά να διαμαρτυρηθεί καν, αφού κι αυτό ακόμα είναι μάταιο και άσκοπο.
Ο τελευταίος στίχος με την παρήχηση των υγρών συμφώνων (2 λ όλα κυλούν, 2ρ δάκρυ καθαρό) ζωντανεύει παραστατικά την εικόνα και τον ήχο της ροής των δακρύων. Ο άν-θρωπος είναι τραγικά αθώος, θύμα αυτής της αέναα επαναλαμβανόμενης διαδικασίας που τον συμπαρασύρει χωρίς να τον ρωτά και χωρίς να τον λαμβάνει υπόψη του, εφόσον δε διαφαίνεται ούτε λάθος ούτε αμαρτία ούτε ύβρις. Χωρίς κανένα επιλήψιμο σημείο εκ μέρους του ανθρώπου που συμμετέχει σ' αυτό τον αιώνιο κύκλο, χωρίς καμιά ευθύνη, το δάκρυ του κυλά καθαρό, όχι όμως και εξαγνιστικό. Η κάθαρση ως το τελευταίο στάδιο αυτής της αιώνιας τραγωδίας σκόπιμα απουσιάζει καθιστώντας τραγικότερη την τραγωδία χωρίς λύτρωση. Το δάκρυ είναι βουβό χωρίς θεατές να συγκινήσει, εφόσον όλοι είναι ταυτόχρονα ηθοποιοί και θεατές, παρακολουθούν και βιώνουν το αιώνιο δράμα τους. Η ελπίδα είναι απούσα, καθώς τόσες χιλιάδες χρόνια κανείς από μηχανής θεός δεν μπόρεσε να δώσει λύση στο πανάρχαιο δράμα.
Η ανοδική κίνηση που εικονοποιείται με το θρινάκι προϋποθέτει με το φυσικό νόμο της βαρύτητας την καθοδική πορεία, την αντίστροφή της. Η άνω και η κάτω οδός μία και ωυτή του Ηράκλειτου, οι δύο αντίθετες εκδοχές της ίδιας ενέργειας συμπληρώνοντας η μια την άλλη ολοκληρώνουν τον κύκλο της δημιουργίας και της φθοράς καταλήγοντας στην παλίντροπο αρμονία, αφανή και ως εκ τούτου μυστήρια, την οποία ο άνθρωπος δεν μπόρεσε ποτέ να αποτρέψει ή να ανατρέψει.
Η ομορφιά και ο έρωτας οδηγούν σε μια πορεία τελείωσης, που είναι ο τερματισμός της πορείας, και οι ανεκπλήρωτες επιθυμίες της αιώνιας κάρπωσής τους είναι μια ματαιοπονία που συνειδητοποιεί κανείς μόνο στο τέλος ή όταν προσπαθήσει να δει συνολικά τη διαδικασία του κύκλου, όταν θέλει να κάνει ένα γενικό απολογισμό, μια σφαιρική θεώρηση αναζητώντας τη θέση του στο χώρο και στο χρόνο και συνακόλουθα το νόημα της παρουσίας του, τις δυνάμεις που κινούν την ύπαρξή του, τα όρια της ελευθερίας του, τις δυνατότητας επιλογών του. Ο αποκλεισμός μιας δεύτερης δυνατότητας , μιας επανέναρξης της κυκλικής πορείας θα μπορούσε βέβαια να σκεφτεί κανείς ότι θα έκανε πιο ουσιαστική την εδώ παραμονή μας, με την προϋπόθεση ότι αποδέχεται τον παθητικό ρόλο του ανελεύθερου επιλογέα, του κινούμενου εντός πεπερασμένου χώρου με πεπερασμένες δυνατότητες που αναρωτιέται αν έχει άραγε την ικανότητα να αναζητήσει και να βρει μια ικανοποιητική απάντηση ή θα είναι ένα τραγικό παιχνίδι τυφλόμυγας , όπου το μαντίλι δεν πρόκειται να αφαιρεθεί ποτέ από τα μάτια.
Η ομορφιά και ο έρωτας είναι το δέλεαρ, το δόλωμα που σε θέτουν και σε συγκρατούν εντός τροχιάς, πολύ γρήγορα όμως συνειδητοποιείς την παγίδα, το δόκανο στην οποία βρί-σκεσαι, χωρίς παραμυθία. Σαν παγιδευμένο ζώο οι κινήσεις σου περιορίζονται στο χώρο και το χρόνο όπου αλώνεται ή αναλώνεται ή καθηλώνεται η ζωή σου.
Η σιωπηλή αντίδραση του βουβού κλάματος, όπου ο λόγος και η λογική απουσιάζουν, επισφραγίζουν την προσυπογραφή της αδυναμίας, ισοπεδώνουν τη βούληση αντίστασης, σοκάρουν με τον αιφνιδιασμό της ιλιγγιώδους πτώσης από τον αλαζονικό θρόνο του ισχυ-ρού στο σκοτεινό βάραθρο της αδυναμίας ανόδου.
Ο άνθρωπος έχασε τον αγώνα αμαχητί αθωράκιστος απέναντι σε μια άγνωστη δύναμη που όρισε τους κανόνες του παιχνιδιού παρασύροντας και εξαπατώντας , αποκρύπτοντας την αλήθεια που συνήθως καθυστερείς να εντοπίσεις ή να συνειδητοποιήσεις, αλλά ακόμα και τότε είσαι ανίσχυρος, απλά τραγικότερος.
Όταν η ποίηση γίνεται ένας χώρος πραγματικά ποιητικός =δημιουργικός στο πλαίσιο της ανθρώπινης ζωής και φίλα διακείμενος μαζί της , όπως φιλική είναι η σχέση της με το λόγο και τη γνώση, ο ποιητής γίνεται φιλόλογος ταυτιζόμενος νοηματικά με το φιλόσοφο. Κι αν θέλουμε να επιμείνουμε ή να εμμείνουμε στη σχέση με το Λόγο, όπως την είδε ο Εφέσιος φιλόσοφος, με την οπτική του οποίου βλέπω να συμβαδίζει η φιλοσοφική οπτική του κειμένου, ο λόγος αποτελεί το όλον στο οποίο συμπεριλαμβάνεται το μέρος, η ανθρώπινη μονάδα, ή και το ανθρώπινο είδος ως μονάδα, χωρίς ίσως τη δυνατότητα -εξαιτίας αυτής της μερικότητας και της περιαγωγής του μέσα στο όλον- να έχει την εποπτεία και τη συνολική θεώρηση, γι αυτό ίσως απουσιάζει επαρκής και ασφαλής εξήγηση του είναι ή του γίγνεσθαι.
Το κείμενο σε μια διαλεκτική σχέση με το χρόνο εντός της ομάδας ποιημάτων όπου εντάσσεται (Δεκατέσσερις χειραψίες με το χρόνο) έρχεται να τοποθετηθεί ομιλητικά μαζί τους, να συνυπογράψει τον αγώνα και την αγωνία του με το ανθρώπινο γένος στο πλαίσιο του χρόνου που κυλά ερήμην του, να συνυπογράψει την τύχη του και να θέσει τον εαυτό του και το δέκτη – αναγνώστη στο πλαίσιο της ανθρώπινης περιορισμένης κυκλικής κίνησης όπου τα όρια του είναι πεπερασμένα και στον οποίο βρίσκεται πολιορκημένη η ζωή μας. Όσο παραμένουμε εντός κύκλου και τροχιάς η μοίρα είναι προκαθορισμένη χωρίς περιθώριο επιλογής. Τότε λογικά η μόνη διέξοδος που διαφαίνεται είναι η φυγή από τον κύκλο και ο εκτροχιασμός, η εκτόξευση ή διαφυγή από τη γήινη και υλική τροχιά. Αυτό όμως ίσως απαιτεί μια τολμηρή έξοδο που προϋποθέτει αρκετό ρίσκο: την κίνηση στον άγνωστο χώρο εκτός του κύκλου. Εφόσον φιλοσοφία, αν δεχτούμε αυτή την ερμηνεία, εμπεριέχει μια θεωρητική και μια έμπρακτη εκδοχή, από το κείμενο προκύπτει ένα προκλητικό ερώτημα: αν θα κινηθούμε στα γνωστά ορισμένα πεπερασμένα όρια όπου βρίσκεται πολιορκημένη η ζωής μας από την αλαζονεία της λογικής θεώρησης που χαρακτηρίζουμε ασφάλεια, ή θα τολμήσουμε να αφήσουμε το στέρεο έδαφος που απαιτεί η λογική μας και να ταξιδέψουμε στον ανασφαλή άπειρο χώρο όπου δεν υπάρχουν αποδείξεις και πιστοποιητικά, όπου η είσοδος είναι ελεύθερη για τους τολμηρούς ή ριψοκίνδυνους της σκέψης και μοναδικό διαβατήριο είναι η βούληση της απόφασης.
Το σολωμικό αλωνάκι της πολιορκημένης από εσωτερικούς και εξωτερικούς περιορι-σμούς ζωής μας επιδέχεται, αν δε θέλουμε να υπογράψουμε το φιλοσοφικό μας θάνατο, ως μόνη λύση μια τολμηρή και ριψοκίνδυνη έξοδο.
Αν στο αλώνι δεν υπάρχει άλως, αλλά καραδοκεί η άλωση, τότε θα πρέπει να διερωτηθού-με αν και τι υπάρχει εκτός κύκλου. Να σκεφτούμε και να αποφασίσουμε αν θα παραμείνουμε εντός κύκλου με πιστοποιημένη την άλωση ή θα αιωρηθούμε εκτός κύκλου στον άγνωστο χώρο του απείρου.
Αν οι δυνάμεις εντός κύκλου είναι άγνωστο από πού ορίζονται και πώς επιδρούν με μόνο σίγουρο ότι στερούν τα όρια της ελευθερίας μας , τι περιθώρια αφήνει άραγε ο υπερβατικός χώρος έξω από τον κύκλο; Η υπέρβαση μιας φιλοσοφικής εξόδου ως παραλογισμός που στηρίζεται σε αυθαίρετες υποθέσεις εξασφαλίζει στον άνθρωπο τουλάχιστον την ελπίδα ενός κόσμου ιδεατού χωρίς τα στίγματα που χαρακτηρίζουν την επίγεια ζωή μας. Ακροβατώντας στο αθέατο και στο άρρητο, το αναπόδεικτο, κερδίζουμε τη σιγουριά απλώς της ελευθερίας της σκέψης μας και όχι της ζωής μας. Αυτή είναι τελεσίδικα περιορισμένη από εσωτερικούς ή εξωτερικούς πολιορκητές, χωρίς ελπίδα, ασφάλεια και παρηγοριά. Ανοίγοντας τυφλά νοητικά βήματα στο ανεξερεύνητο φιλοσοφικό διάστημα, ανοίγουμε ίσως ένα παράθυρο στο μέλλον του ανθρώπου. Από την άλλη το μόνο παρήγορο που μένει να κάνουμε είναι να σφίξουμε το χέρι του συνοδοιπόρου μας και να μοιραστούμε τις ανησυχίες μας συνεχίζοντας το ταξίδι στο απέραντο αρχιπέλαγος το κατάστικτο με τα νησιά των φιλοσοφικών μας απόψεων εκτονώνοντας την επιθυμία μας για την αναζήτηση της αλήθειας, που δε θα περιορίσει την ακόρεστη δίψα της γνώσης, αλλά θα κάνει πιο πλούσιο το συμπόσιο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: