Τετάρτη 7 Απριλίου 2010

σπήλαιο του Σκοτεινού ή της Αγίας Παρασκευής


Σε απόσταση 1500μ. ΒΔ του χωριού Σκοτεινό που απέχει 22.5 χλμ. από Ηράκλειο ευρίσκεται το λατρευτικό σπήλαιο της Αγ. Παρασκευής, σπήλαιο με έντονο τουριστικό ενδιαφέρον. Η Σπηλιά του Σκοτεινού είναι μια απ’ τις πιο σημαντικές ιερές σπηλιές στην Κρήτη και μια απ’ τις πιο βαθιές. Έχει βάθος 160 μέτρα και πλάτος 36 μέτρα, με συνολική έκταση περίπου 2.500τμ. και τουριστική διαδρομή 450μ .

Αναλυτική περιγραφή

–Μετά την είσοδο υπάρχει μια μεγάλη αίθουσα ο «Μέγας Ναός» (με μήκος 130μ. πλάτος 33μ. και ύψος 30μ.) όπου απαντώνται εντυπωσιακά συμπλέγματα σταλαγμιτών και σταλακτιτών.

–Η επόμενη αίθουσα, ο «Βωμός» είναι μικρότερη σε διαστάσεις (24×8,5×25) και υπάρχουν ενδείξεις ότι γίνονταν θυσίες.

– Στο άκρο αριστερά της πρώτης αίθουσας, κάθοδος οδηγεί στο «Άδυτον», θάλαμο διαστάσεων 15×8x3μ.

– Από αυτόν ανηφορικός διάδρομος οδηγεί από άλλη έξοδο στην πρώτη αίθουσα.

–Μεταξύ Βωμού και Αδύτου διάδρομος 12μ. καταλήγει στην «Αίθουσα Λατρείας» (12×12x14) που μοιάζει με θόλο και έχει θεαματικό φυσικό διάκοσμο.

–Άνοδος 4μ. οδηγεί στην «Αίθουσα Προσευχής»

– και τέλος ανοίγεται μικρός στενός θάλαμος (οι ντόπιοι το ονομάζουν «Εκκλησάκι»).

Ο πρώτος αρχαιολόγος που διενήργησε ανασκαφές στο σπήλαιο ήταν ο Άρθουρ Έβανς, γιατί θεωρούσε ότι το σπήλαιο αυτό ήταν το ιερό Άντρο της Κνωσού. Μερικοί πιστεύουν ότι ήταν ο λαβύρινθος του μυθικού Μινώταυρου. Στη συνέχεια εξερευνήθηκε από Έλληνες και Γάλλους αρχαιολόγους. Το 1962 ο αρχαιολόγος Κ. Δαβαράς πραγματοποίησε συστηματικές ανασκαφές. Ανακάλυψε κομμάτια από βάζα, κοκάλινες βελόνες και υστερομινωϊκές μπρούντζινες φιγούρες που χρονολογούνται από τους Νεολιθικούς μέχρι τους Ρωμαϊκούς Χρόνους.

Όπως πολλές άλλες σπηλιές φαίνεται ότι είχε κάποια θρησκευτική σημασία. Πολλοί από τους σταλαγμίτες του σπηλαίου φέρουν ίχνη επεξεργασίας και πιθανολογείται ότι υπήρξαν αντικείμενα λατρείας. Μέσα στο σπήλαιο βρέθηκε πλήθος αναθημάτων και ειδωλίων της Μινωικής περιόδου που πιστοποιούν ότι επρόκειτο για λατρευτικό τόπο. Εικάζεται σύμφωνα με τον Πωλ Φωρ (Θρησκειοσπηλαιολόγος), που μελέτησε πολλά λατρευτικά σπήλαια της Κρήτης ότι το κύριο πρόσωπο που λατρευόταν στο σπήλαιο Σκοτεινού ήταν η θεά ΒΡΙΤΟΜΑΡΤΙΣ (Θεά του Κυνηγιού), μια κρητική θεότητα που ταυτίζεται με τη θεά Άρτεμη. Η λατρεία μέσα στο σπήλαιο, κατά τους αρχαίους χρόνους, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα ευρήματα, υπολογίζεται ότι υπήρχε μέχρι το 1400 πχ. (Υστερομινωϊκη εποχή)… Μέσα στο σπήλαιο υπήρχε ένα μικρό χριστιανικό εκκλησάκι που σήμερα σώζονται κάποια λίγα ερείπια. Έξω από το σπήλαιο σήμερα υπάρχει ένα άλλο παλιό εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής και τηn ημέρα της εορτής της γίνονται εορταστικές εκδηλώσεις με τοπικούς χορούς και μαντινάδες .
Η Ελληνική Σπηλαιολογική Εταιρεία εξερεύνησε και χαρτογράφησε το σπήλαιο.


Βιβλιογραφία
•http://www.scribd.com/doc/6511549/1993-08081993-7-
•Αφιέρωμα στα σπήλαια, Καθημερινή
•http://spilaiologia.blogspot.com/search/label/%CE%9A%CE%A1%CE%97%CE%A4%CE%97
•http://www.nah.gr/itrace/index.php4?cat_id=302&content_lang=1&subsite=1&action=show_point&bid=32
•http://www.crete.tournet.gr/sights/Skotino_Cave-si-344-el.jsp
•http://www.interkriti.org/gouves/grtext.htm#amnissos ΣΚΟΤΕΙΝΟ
•http://www.zeus.gr/gr/guide/63/crete/gouves.html
•Paul Faure, Τα ιερά σπήλαια της Κρήτης, Εκδόσεις Δήμος Ηρακλείου – Βικελαία Βιβλιοθήκη, 1996
•Paul Faure, H καθημερινή ζωή στην Κρήτη τη μινωική εποχή, Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα, 2002
http://www.panoramio.com/photo/22137079



Το δρομάκι ελίσσεται στους λόφους πάνω από τη θάλασσα οδηγώντας στο σπήλαιο, που αφήνει ακόμα αθέατη την παρουσία του। Φτάνοντας σ’ ένα πλάτωμα αντικρίζω το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής, όχι όμως το ίδιο το σπήλαιο
Χρειάζεται να φτάσω αρκετά κοντά, να αντικρίσω το εκκλησάκι χτισμένο πάνω από την είσοδο του σπηλαίου. Συχνά στο πέρασμα του χρόνου οι άνθρωποι επιλέγουν τους ίδιους χώρους για να λατρεύσουν τους θεούς τους. Κοιτάζοντας από τον αυλόγυρο το αντικρίζω επιτέλους, όπως αποκαλύπτεται μέσα από τη συστάδα των δέντρων που κρύβουν το μεγάλο ομολογουμένως άνοιγμα του, τη δολίνη.

Κατηφορίζω το σκιερό -κάτω από την προστασία των δέντρων- μονοπάτι, που ορίζεται από ασβεστωμένες πέτρες. Συνεχίζοντας την κάθοδο, η είσοδος του σπηλαίου απλώνεται ευρύχωρη μπροστά στα πόδια μου. Το σκοτεινό χάσμα μεγαλώνει μπροστά στα μάτια μου. Όσο πλησιάζω στο άνοιγμά του, το βλέπω να χάσκει σα στόμα της γης ορθάνοιχτο έτοιμο να με καταπιεί …

Σε τούτον τον απότομο γκρεμό
Για τ’ ανοιχτό το στόμα της αβύσσου
Δ. Περοδασκαλάκης, με τον ξένο

Το πρώτο ρίγος διαπερνά τη σπονδυλική μου στήλη. Να είναι μόνο από την απότομη δροσιά που δημιουργεί η σκιερή συστάδα των πανύψηλων δέντρων;

Τα χρωματιστά πετρώματα στην είσοδο με υποδέχονται προϊδεάζοντας αμέσως για την ξεχωριστή ατμόσφαιρα του σπηλαίου. Μια ευχάριστη εναλλαγή από το παγερό αίσθημα του τεράστιου σπηλαιώδους στόμιου.

Τα περιστέρια με το πέταγμα και το μουρμουρητό τους συμβάλλουν στην ιδιαίτερη φυσιογνωμία του χώρου.

Και τ’ αγριοπερίστερα ήχο
Δονούνε στη σπηλιά τους
Οδ. Ελύτης Πρώτα ποιήματα Του Αιγαίου

Και να το χώμα, να τα περιστέρια, να η αρχαία μας γη.
Οδυσσέας Ελύτης, Το μονόγραμμα (1971) V

Το μυαλό καταγράφει αμέσως τα νέα δεδομένα κι αρχίζει να τα επεξεργάζεται οδηγούμενο σε μια μεταφυσική διάσταση.

ΓΡΗΓΟΡΟ ΦΩΣ
Έτσι δεν ήταν πάντα η ζωή
Γρήγορο φως που μπαίνει στο σκοτάδι;
Δημήτρη Περοδασκαλάκη, Με τον ξένο

ΔΟΚΙΜΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΤΟΥ ΑΘΕΑΤΟΥ
Θεέ
Πόσο το φως και το σκοτάδι
Έχει καθέναν από μας;
Δημήτρη Περοδασκαλάκη, Με τον ξένο

Στέκομαι κάμποσα λεπτά στο τεράστιο άνοιγμα κοιτάζοντας πότε μέσα και πότε έξω, πότε ψηλά το φως, όπως διακρίνεται μέσα από τα κλαδιά των δέντρων, και πότε τα μάτια μου αγωνίζονται να διακρίνουν μέσα στο ημίφως του σπηλαίου τους τεράστιους όγκους που διαγράφονται. Νιώθω ότι πρέπει να πάρω μια απόφαση. Ευτυχώς στο πλάτωμα δεξιά στην είσοδο, στο χώρο μιας παλιάς εκκλησίας, έχω την ευκαιρία να το σκεφτώ, πριν κατηφορίσω τα κακοτράχαλα σκαλοπάτια που οδηγούν στα ενδότερα του σπηλαίου. Το αρχικό του μέρος φωτισμένο, ποιος ξέρει όμως τι με περιμένει παρακάτω;

To φως και το σκοτάδι, το ύψος και το βάθος, το μέσα και το έξω, το φανερό και το κρυφό, το ορατό και το αόρατο, το γνωστό και το άγνωστο, το προσιτό και το απρόσιτο: οι μεγάλες αντιθέσεις.

Δεν είναι δύσκολο το αθέατο
Μα θέλει οφθαλμό γυμνό
και δόντι καθαρό να το μασήσεις.
Ακόμη και στο χέρι μας χωρε
Αναμεσός στη διψασμένη αφή
Και στις γραμμές της μοίρας.
Ούτε βαρύ ούτε ελαφρύ.
Σαν βότσαλο που σκύψαμε
Στη θάλασσα na βρούμε
Και το πετάξαμε μ’ ορμή
Να κρούσει το αιώνιο.
Δημήτρη Περοδασκαλάκη, Μες το λευκό και μες στο μαύρο

Τελικά το αποφασίζω. Κατηφορίζω προσεκτικά τα σκαμμένα σκαλοπάτια επιφορτισμένη με το βάρος του φακού, της φωτογραφικής μηχανής και κάποιων απαραίτητων αποσκευών. Η σκέψη ότι το κινητό τηλέφωνο σ΄ αυτό το χώρο χωρίς σήμα μου είναι άχρηστο, με κάνει να συνειδητοποιήσω ότι είμαι μόνη, εντελώς μόνη, σ’ ένα άγνωστο και πιθανώς αφιλόξενο χώρο, μυστηριώδη και σκοτεινό, καθώς μάλιστα το σκοτάδι πυκνώνει όσο προχωρώ. Η γραμμή που ορίζει η φωτεινή δέσμη του φακού μου επιτρέπει να προχωρώ με σχετική ασφάλεια. Λίγο μακρύτερα όμως;

Ναι, φοβάμαι το σκοτάδι και θέλω να εξοικειωθώ μαζί του. Με τρομάζουν οι θόρυβοι κι εδώ μέσα ακούγονται σαν κεραυνοί. Μέσα στο ημίφως που διαλύει ή μεγεθύνει το φως του φακού σχηματίζονται τεράστιοι τερατόμορφοι όγκοι που μετακινούνται με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Εδώ η σταγόνα του νερού ακούγεται σαν καμπάνα. Εδώ τα τιτιβίσματα των πουλιών ακούγονται σα συναυλία. Εδώ ο παραμικρός θόρυβος δοκιμάζει τις αντοχές του νευρικού συστήματος. Εδώ η ζωή που μετακινείται δίπλα σου είναι άγνωστη και συνήθως επικίνδυνη. Ο ατομικός φόβος καλύπτεται από εκείνον του πλήθους και εξαφανίζεται ή δημιουργείται και γιγαντώνεται;

Σ΄ αυτό το βάθος δε φτάνουν οι ήχοι της μηχανικής ζωής μας, κι αυτό μου επιτρέπει να μεταφερθώ στο χρόνο. Εστιάζω την προσοχή μου στους ήχους των φυσικών όντων: στη σταγόνα του σταλαχτίτη που πέφτει στο πάτωμα του σπηλαίου ηχώντας διαφορετικά ανάλογα με το ύψος και το βάθος.

Ακούστε, ακούστε την ηχώ
Στα κύματα της μνήμης
Πώς παφλάζει
Ακούστε, ακούστε αυτό το φως
Που μας μιλά για θάνατο
Που μας μιλά για θαύμα.
Δημήτρη Περοδασκαλάκη, Μες το λευκό και μες στο μαύρο

Εδώ μέσα εξαφανίζεται ο υπόλοιπος κόσμος. Όλος ο κόσμος είναι αυτός ο περιορισμένος του σκότους που μεγεθύνει την ανθρώπινες φυσικές αδυναμίες που τονίζει την εξάρτηση από άγνωστες δυνάμεις που δεν υποπίπτουν στον έλεγχό του. Καταρρίπτοντας την αλαζονεία του, γυμνός ως πρωτογέννητος, χωρίς καμιά προστασία, έρμαιο άγνωστων και ανεξέλεγκτων δυνάμεων, έρχεται να δηλώσει την υποταγή του, την αδυναμία του και να παρακαλέσει για χάρη. Τίποτε άλλο δεν του δίνει σιγουριά, παρά αυτό το φοβερό άγνωστο που ικετεύει.

Τελικά δεν θα μάθω ποιο είναι το πάνω και το κάτω,
Το χώμα και το νερό
Το μέσα και το έξω
Το σκοτάδι και το φως.
Οδός άνω κάτω μία και η ωυτή, έλεγε από χρόνια ο Ηράκλειτος.
Γιάννης Σακελλαράκης, Ανασκάπτοντας το παρελθόν

Η έννοια του ακανόνιστου και μη αρμονικού, αυτού που ο άνθρωπος δεν μπορεί να υποτάξει στις διαστάσεις του. Έξω από μέτρα, κανόνες, έλεγχο υπογραμμίζοντας με τη παρουσία του τη διάσταση του χρόνου, υπενθυμίζοντας από τη μια την αιωνιότητα και από την άλλη τη σύντομη φθορά. Είναι το αθέατο που βλέπεις πιο καθαρά, αυτό που δε βλέπουν τα μάτια, αλλά σε μια εποχή προ λογικής το ένστικτο, η βούληση, το συναίσθημα η ανάγκη υποδεικνύει το φαινόμενο. Μπορούμε να μιλάμε για φαινόμενο και καθεαυτό; Ο μινωίτης έχει ξεκαθαρίσει στο μυαλό του το κατά φύσιν, το υπέρ φύσιν και το παρά φύσιν

Μέσα στο απόλυτο σκοτάδι, στις σκοτεινές σήραγγες όπου δε φτάνει το λιγοστό φως της εισόδου, ο αρχέγονος φόβος ξυπνά…

και αργά στον άνεμο τρίζοντας
εγυρίσανε πάλι με το στήθος μπροστά
φοβερά των βράχων τ‘ αγάλματα
Οδυσσέας Ελύτης

Όσο πιο πολύ μένεις στο σκοτάδι τόσο συνηθίζουν τα μάτια σου να βλέπουν χωρίς πολύ φως. Τότε βλέπεις αυτά που δε φαντάζεσαι αρχικά. Ο χρόνος δίνει δύναμη στο σκοτάδι επιτρέποντάς του να αναδείξει σιγά σιγά όσα κρύβει

Χρόνος αθροισμένος στην αρχέγονη σπηλιά∙
σταλαχτίτης και σταλαγμίτης:
Κάτι σαν αισθητικό αρχείο του χρόνου.
Κάτι σαν καλλιτεχνική αποκρυστάλλωση του καιρού.
Κάτι σαν υπέροχες πορσελάνες που προικίζει
το παρελθόν στο μέλλον.
Κάτι σαν αλατούχα βυζιά όπου ο χρόνος
συμπυκνώνοντας προσφέρει
τη γαλακτερή του κλεψύδρα, τη θηλή –στάλα
σε κάθε νεογέννητο
Μανόλης Πρατικάκης, Το νερό

Λιγοστός ο αέρας και συχνά αποπνικτικός. Ελάχιστη ή καθόλου φυτική και ζωική ύπαρξη. Το νερό και η πέτρα είναι οι κυρίαρχοι του χώρου. Συγκεκριμένα η πέτρα όπως το νερό τη χτίζει, την πλάθει, τη ζωγραφίζει, τη χρωματίζει. Εικόνες, σχήματα, κοιλότητες, εσοχές, δίπλες, κολώνες, ρυάκια, λοφάκια, στήλες ξεδιπλώνονται συνέχεια μπροστά μου. Αίθουσες μικρές και μεγάλες με ανοίγματα μικρότερα και ακόμα πιο μικρά που θ’ άξιζε για καθένα απ’ αυτά ν’ αφιερωθεί αρκετός χρόνος για τους αιώνες της διαδρομής τους να φτάσουν μέχρι εδώ και να μας πουν «να ‘μαι». Εδώ κι εκεί τραυματισμένοι σταλαγμίτες, σπασμένοι σταλαχτίτες κείτονται πτώματα νεκρά στο έδαφος έχοντας χάσει τη δυνατότητα να εξελιχθούν. Οι ακρωτηριασμένοι θα χρειαστούν χιλιετίες για να μεγαλώσουν μερικά εκατοστά.

Εκατομμύρια χρόνια ζωής ανακόπτονται ξαφνικά όταν τα τεράστια χοντρά πλοκάμια αποκόπτονται από τους σταλαχτίτες και κείτονται νεκροί γίγαντες στο έδαφος. Μα το χταπόδι έχει την ικανότητα ν’ αναγεννιέται και νέες σταγόνες ζωής κυλάνε σα δάκρυ που δεν έσταξε, από το οποίο θα συνεχίσει την αργή πορεία του στο χρόνο.

Τα πρώτα ασημένια δάκρυα
του βράχου μαργαριτάρια του
μέλλοντος, οι κατοπινοί
σταλαχτίτες. Η ζωή αγωνίζεται
να εδραιωθεί όπου μπορεί.
Το αποτέλεσμα δεν το
σχηματίζει ούτε η πιο
τολμηρή φαντασία.

Οι αργές, ανεπαίσθητες αλλαγές του χρόνου που δείχνουν οι σταλαχτίτες έρχονται σε αντίθεση με τις πιο γρήγορες εναλλαγές του κόσμου που δημιουργεί το φως. Η απουσία του έχει κάνει πρωταγωνιστές εδώ το νερό και την πέτρα: το νερό ως δρων, την πέτρα ως δρώμενο ή πάσχον: τα γιγάντια βράχια έχουν υποστεί τη διάβρωση της βροχής των αιώνων. Ποιος θα το ‘λεγε ότι η ρευστότητα του νερού με την υπομονή και τη δύναμη του χρόνου θα κατάφερνε να επιβληθεί και να διαμορφώσει τη στερεότητα των πετρωμάτων. Φαλλόσχημοι σταλαχτίτες και σταλαγμίτες υπενθυμίζουν το συμβολισμό των σπηλαίων ως μήτρας και το συσχετισμό τους με τη γέννηση και τη γονιμότητα.

φύσις
Η μήτρα της ζωής, της φιλοσοφίας, της σκέψης
βατή και άβατη
ποθεινή και δεδομένη
στο μέρος δυσθεώρητη
στο σύνολο ασύλληπτη
άπειρη ακόμα και στο ελάχιστ
στο πέραν αιωρεί επικίνδυνα και λυτρωτικά τη σκέψη μας

Επιτέλους μπόρεσα να εννοήσω ότι αυτό που με γοήτευε με το νερό ήταν η δαιμονική χάρη του να δραπετεύει και ν’ ανάγεται (σε αλκυόνα αθέατη στην όστρια;) Ν’ ανακαλύπτει την παραμικρή ραγισματιά και μ’ αυτή να ορίζει. Εκείνο που το κάνει απρόβλεπτο, δηλαδή καθαρή ουσία του γίγνεσθαι.


Αυτό το ανείπωτο και ανεκμυστήρευτο που θα κρύβει πάντα ένα υπόλοιπο.
….
Ύλη πρώτη απ’ όπου πλάθονται τα όνειρα.
Μανόλης Πρατικάκης , Tο νερό

Κύμα νερού μελωδικό δοξάρι, συρμένο στις χορδές
Της αιθρίας και των φύλλων.
Ηχεί ανάλογα με το ηχείο του ρυακιού του.
Κι απλώνει η φύση παρτιτούρες ένα γύρο.
Μανόλης Πρατικάκης , Tο νερό. Σταγόνες

Διψούμε αυτό που στάζει. Η κάθε βρύση ζητά να
Ενωθεί μ’ αυτό που κελαρύζει μέσα μας.
Μανόλης Πρατικάκης , Tο νερό. Σταγόνες

N’ ακούς των νερών τις ένορκες καταθέσεις.
Μανόλης Πρατικάκης , Το νερό, Σταγόνες 20

Και το ταξίδι ακόμα συνεχίζεται
Μέσα στο φως και στο νερό
Που πρωτομίλησαν στα μάτια.
Κιβώτια χρόνου
Στοιβαγμένα μέσα μας
Για τον καθένα χωριστά
Ατέρμονη αλυσίδα σφηνωμένη
Δημήτρη Περοδασκαλάκη, Μες το λευκό και μες στο μαύρο

Ψυχῇσιν
θάνατος ὕδωρ γενέσθαι,
ὕδατι δὲ θάνατος γῆν γενέσθαι,
ἐκ γῆς δὲ ὕδωρ γίνεται,
ἐξ ὕδατος δὲ ψυχή.

Για τις ψυχές θάνατος
είναι να γίνουν νερό,
για το νερό θάνατος να γίνει γη,
από τη γη γίνεται νερό κι απ’ το νερό ψυχή.
Ηράκλειτος [22

Λήσεται μὲν γὰρ ἴσως τὸ αἰσθητὸν φῶς τις, τὸ δὲ νοητὸν ἀδύνατον ἐστιν, ἢ ὡς φησιν Ἡράκλειτος· τὸ μὴ δῦνόν ποτε πῶς ἂν τις λάθοι;

Θα ξεφύγει ίσως κανείς από το αισθητό φως, αλλά είναι αδύνατο να ξεφύγει από το νοητό. Ή, όπως λέει ο Ηράκλειτος, πως κανείς να κρυφτεί απ’ αυτό που δεν δύει ποτέ; [27]
Ηράκλειτος

περιόδους· ὦν ὁ ἥλιος ἐπιστάτης ὤν καὶ σκοπὸς ὁρίζειν καὶ βραβεύειν καὶ ἀναδεικνύναι καὶ ἀναφαίνειν μεταβολὰς καὶ ὥρας αἵ πάντα φέρουσι.
Ηράκλειτος

Πρέπει να καταδυθείς στον υπόγειο κόσμο που ζούσε εκατομμύρια χρόνια και που θα κυλά σιωπηλά, διακριτικά, αθέατος και μετά το σύντομο δικό μας πέρασμα απ’ αυτό τον κόσμο. Πέτρινοι όγκοι, αγάλματα οι σταλαγμίτες και οι σταλαχτίτες στραφταλίζουν, κι ας μην υπάρχει κανείς να τα δει και να τα θαυμάσει. Χωρίς πολλούς παρατηρητές, χωρίς να ζητούν δημοσίευση στη μοναξιά και στην απουσία των άλλων, με υπομονή και τέχνη δημιουργούν τα δικά τους θαύματα και περιμένουν…

Η ζωή μας μετρημένη στους δείκτες του ρολογιού του που ποτέ δεν πάει λάθος, γρήγορα ή αργά, απλά κάποια στιγμή σταματά αμετάκλητα. Η μεγάλη αγωνία του ανθρώπου να εισβάλλει στα άδυτα των αδύτων του, να μάθει τα μυστικά του, που είναι τα μυστικά της ίδιας της ζωής του, να τον γνωρίσει πριν έρθει, να τον μετρήσει πριν κυλήσει και τον προσπεράσει, να τον προσπεράσει βιαστικά, να τον προλάβει ή να τον παρατείνει ή να τον αλλάξει, να τον νικήσει, να του αφήσει τα σημάδια του, να δηλώσει την ύπαρξή του, να προλάβει να μπει στην πορεία του σαν τις κυλιόμενες σκάλες

Ο χρόνος τόσο ανύπαρκτος μετά από εμάς όσο και πριν από εμάς. Πόση σημασία έχει αν δεν υπάρχουμε εμείς να τον βιώσουμε; Σίγουρα υπήρχε πριν από εμάς και πιθανότατα θα υπάρχει και μετά από εμάς. Τόσο εγωιστική, μυωπική, στενόμυαλη και περιορισμένη η αντιμετώπιση ενός ιδεαλιστικού κόσμου που μάλιστα προσλαμβάνουμε βάζοντάς τα στα καλούπια των πηγών της γνώσης μας, έχοντας όμως τη ελπίδα να φτάσουμε τον κόσμο των μέτρων, των δυνατοτήτων και των περιορισμών μας.



Δεκατέσσερις χειραψίες με το χρόνο

ΧΙ

Τα μάτια τον χωράνε τον καιρ
Τον τρέφουν με το φως και το σκοτάδι
Στα βλέφαρά τους πάντοτε κρατούν
Την πρώτη μνήμη που ξανάρχεται στο σώμα.
Δημήτρη Περοδασκαλάκη, Μες το λευκό και μες στο μαύρο

Ή ένας κόσμος που δε μας λαμβάνει υπόψη του καθόλου λειτουργώντας ανεξάρτητα από εμάς φωνάζοντάς μας επιδεικτικά την αδυναμία και την ασημαντότητά μας. Τι θα μπορούσε να λειτουργήσει ως φωνή του ανθρώπου που δείχνει τη δύναμή του;



Βιώνω τα πεπερασμένα χρονικά μου όρια
Με βιασύνη να προλάβω να ζήσω στο χρόνο που μου απομένει
Διαθέτοντας εισιτήριο με άγνωστη ημερομηνία επιστροφής
Προϊόν κατανάλωσης με ημερομηνία λήξης
Ο φόβος το αλατοπίπερο της ζωής μας
Η πικάντικη γεύση του ελλιπούς χρόνου
Η ανασφάλεια του άγνωστου
Η ακροβασία της άγνοιας
Τα όρια του φυλακισμένου χρόνου
Η ασημαντότητα της αλαζονείας
Η δίψα της πλεονεξίας και της απληστίας
Η γελοιότητα του παντοδύναμου της φύσης
Η ωριμότητα της ανεπάρκειας
Το γέλιο και το κλάμα στους δίσκους για να ισορροπεί η ζυγαριά

Όταν αρχίζει η ιλιγγιώδης πτώση της επίγνωσης της φθαρτότητας
Που διαβρώνει την αθωότητα
που περιορίζει την ελπίδα
Που σε αναγκάζει να κοιτάξεις επιτέλους
χωρίς προσωπείο το πρόσωπό σου
Να ρίξεις άπλετο φως στο ημίφως του άγνωστου
Που δεν πρόκειται ποτέ να φωτιστεί
γιατί ο φακός σου σχηματίζει έναν περιορισμένο κύκλο
αφήνοντας σκοτεινά όλα έξω από αυτόν
Αρχίζει η απομυθοποίηση του χρόνου
Γίνονται πλέον αντιληπτά τα όρια,
τα πλαίσια της φυλακής και του απείρου …

Οι δυσδιάκριτες δυνάμεις στο πλαίσιο του περιορισμένου χώρου του σπηλαίου με την απουσία του φωτός καθιστούν ορατή την αδυναμία ερμηνείας της προέλευσής τους. Ακροβατώντας στο αθέατο, στο άρρητο και το αναπόδεικτο, ανοίγοντας τυφλά νοητικά βήματα στο ανεξερεύνητο φιλοσοφικό διάστημα, το μόνο παρήγορο που μένει να κάνουμε είναι να σφίξουμε το χέρι του συνοδοιπόρου μας και να μοιραστούμε τις ανησυχίες μας εκτονώνοντας την επιθυμία μας για την αναζήτηση της αλήθειας, που δε θα περιορίσει την ακόρεστη δίψα της γνώσης, αλλά θα κάνει πιο πλούσιο το συμπόσιο.

Αίτιο – αποτέλεσμα. Ορθολογισμός. Κανένα μυστήριο πια. Η γνώση των επιστημονικών νόμων οδηγεί τον άνθρωπο στην αλαζονεία της εντύπωσης ότι η γνώση έχει όρια. Ο άνθρωπος δε θεωρεί τον εαυτό του μύωπα που ψηλαφεί τα σκοτάδια του αθέατου. Έτσι, αποκαλύπτοντας τα μυστικά, χάθηκε το μυστήριο και η ομορφιά του, το συναίσθημα της ανασφάλειας, της αμφιταλάντευσης στο θεατό και στο αθέατο, το δυνατόν και το αδύνατον. Το πρέπον και το δέον έγινε μπορετό, εφόσον είναι βουλόμενον.

Νυν και αεί
Δε διαβάζεται η ζωή
δεν ξεγελιέται με όνειρα το σκοτάδι
Πάνος Κυπαρίσσης, Το χώμα που μένει

Ακόμα και σήμερα το πάτωμα του σπηλαίου διατηρεί μαρτυρίες των αντικειμένων,
που χρησιμοποιήθηκαν στο χώρο του σαν
«Ασύνδετες φράσεις που έμειναν
ασβεστολιθικές στιγμές μέσα στο χρόνο»
Τίτος Πατρίκιος, Η ηδονή των παρατάσεων

Σιωπηλά κι αδιαμαρτύρητα γυαλίζουν τώρα στο φως του προβολέα για να ξαναχαθούν στον απόκρυφο και αθέατο κόσμο τους μέχρι κάποιος άλλος να τα αναζητήσει, να ρίξει το τεχνητό φως του πάνω τους για να του φανερώσουν τα μυστικά τους: τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς της μορφής τους ή τον επιβλητικό και αποτρόπαιο όγκο τους βυθιζόμενα και πάλι στην απούσα παρουσία τους μέχρι ποιος ξέρει πότε.

το λευκό αναζήτησα ως την ύστατη ένταση
του μαύρου
Οδ. Ελύτη, Άξιον Εστί, Γένεσις

Κι όμως εκεί, στην άλλην όχθη
κάτω απ’ το μαύρο βλέμμα της σπηλιάς
ήλιοι στα μάτια πουλιά στους ώμους
ήσουν εκεί· πονούσες
τον άλλο μόχθο την αγάπη
την άλλη αυγή την παρουσία
την άλλη γέννα την ανάσταση·
κι όμως εκεί ξαναγινόσουν
στην υπέρογκη διαστολή του καιρού
στιγμή-στιγμή σαν το ρετσίνι
το σταλαχτίτη το σταλαγμίτη.
Γ. Σεφέρη, ΕΠΙ ΣΚΗΝΗΣ

Εδώ φαίνεται πρωταγωνιστής το «είναι» και χρειάζεται να αφήσεις το χρόνο να λειτουργήσει στη σκέψη σου για να συνειδητοποιήσεις ότι όλα είναι το αποτέλεσμα ενός αργού, αλλά διαρκούς και σταθερού «γίγνεσθαι»…

…μια ενεργός παθητικότητα ή μια παθητική ενεργητικότητα, πάντως δυναμική αυτοπεποίθηση και επίγνωση του «είναι» τους, ώστε να μη χρειάζεται όχι να το προβάλλουν, αλλά ούτε καν να το δηλώσουν.

O ποιητής ὁρατῶν τε καὶ ἀοράτων
Τὶς …
Τίς ο Ὢν και ποῖος, ποδαπὸς καὶ ἡλίκος;
Αντωνυμίες: αντί ονόματος
Ἀρχὴ σοφίας ὀνομάτων ἐπίσκεψις:
η ζήτησις του γνωστού άγνωστου,
του άγνωστου γνωστού

Δεν υπάρχουν σχόλια: