Τρίτη 26 Απριλίου 2011

φως


Φως
γαλάζιο κρύσταλλο
σφίγγει το σχήμα
ζυγίζει την ύπαρξη.
Φως λυγερό
μ΄ ανάσταση και θάνατο
ευθυγραμμίζεται στην όψη μου,
καράβια ταξιδεύει τις ανάσες μου.
Την ώρα που πλάθει τις σκιές
με κόβει δαντέλες
και με σκορπίζει στους ανέμους.
Οι αυγές πηγαινοέρχονται,
το φέγγος με διχάζει.
Το μεσημέρι μόνο
χάνω τη σκιά μου.
Λευκό φως
κάθησε παντού
κι ακόμη δεν ξαπόστασε.

στο χρώμα του πηλού

Άνθρωπος
στο χρώμα του πηλού
κυβερνά
το δοιάκι των στίχων
με τις αναπνοές των λέξεων
στα διάσελα της σκέψης
συνταιριάζοντας
ασύνδετους σπονδύλους νοημάτων,
πριν να δοθεί ξανά στη σκόνη.

Τι απομένει
απ’ την ύλη σου;
Μια μικρή όχληση
στο μέγεθος ανάμνησης,
όπως  ο ήχος
που αφήνει ο άνεμος στη χλόη
στο μπόι της θερισμένης  καλαμιάς,
λάσπη με την πρώτη βροχή της λήθης.
Σβουνιά και χαμομήλι
λίπασμα  για νέες γέννες.

Αργότερα
θα σκάψουν κάτω απ΄ τις πέτρες
στα μέτρα της συγκίνησης
αυτό που κάποτε υπήρξες.



Πηνελόπη


Άφηνα την οργή να κρυώνει στο παράθυρο
τις ώρες που κοιτούσα μόνη
τον Τηλέμαχο ν’ αντρώνεται,
όταν εσύ τη δόξα καρπωνόσουν
για το ξύλινο άλογο στην Τροία,
κι έπειτα ήθελες άγνωστα νησιά να κατακτήσεις.
Μετρώντας τις ρυτίδες που πληθαίναν
ένιωθα τον πόθο στο κορμί των νεαρών ανδρών.
Μόνη έκλαιγα στο κρεβάτι μου τις νύχτες
πάνω στο σταθερό του πόδι.


"Όταν θα 'ρθεις,
δε θα με βρεις εδώ
πιστά να περιμένω"
έλεγα μέσα μου
μέρα με την ημέρα.
Κι έτσι  
σιγά σιγά
περάσαν
είκοσι χρόνια...

Δευτέρα 25 Απριλίου 2011

σώμα

Απ΄ την ανυπαρξία
βρέθηκες
σε δίνες και περιδινήσεις μες στη μήτρα.
Μετά το κατηφόρισμα απ΄ τους λαγόνες
αφέθηκες στο τρυφερό γώνιασμα των αγκώνων
κι έπειτα πηδώντας από την αγκαλιά
είπες να ευθυγραμμίσεις το σώμα με τη γη,
αναζητώντας διαρκώς ισορροπία,
ώσπου έμεινες ακίνητος
σε μια παραλληλία  μέσα του.

Χάρης Βλαβιανός: Σονέτα της συμφοράς


Σονέτα της συμφοράς: Πίσω από την ιδιότητα του ποιητή ο άνθρωπος αναζητεί -μέχρι και τον τελευταίο στίχο της συλλογής- την ταυτότητά του [ή την ποιότητα;].

   Στη συλλογή  Σονέτα της συμφοράς εντοπίζεται ένα ευρύ θεματικό πλαίσιο, αλλά η προσωπική ζωή κυρίως γίνεται τροφή για την αδηφάγο ποίηση: πλήθος ατομικών άτυχων  στιγμών, πικρές αναμνήσεις, απώλειες (θάνατος, αρρώστια έως θανάτου),  απογοητεύσεις από τον ποιητικό περίγυρο αιτιολογούν το ήμισυ του τίτλου. Σ΄ αυτό το θεματικό πυρήνα  θα πρέπει να συνυπολογίσουμε εμπειρίες που ήταν συμφορές, αλλά και σύμφορες τελικά: «αν δεν είχες ναυαγήσει δε θα ήσουν σε θέση να γνωρίζεις ποια αντικείμενα θα ξέβραζε η θάλασσα».

  Για την άλλη λέξη του τίτλου της συλλογής επιλέγεται  η περιορισμένα αναπτυγμένη και ξεχασμένη φόρμα του σονέτου στην Ελλάδα  από την εποχή των παρνασσιστών, και μάλιστα στον ανομοιοκατάληκτο 15σύλλαβο στίχο του δημοτικού τραγουδιού. Το αφηγηματικό ύφος -που έρχεται ως εξαίρεση στο λυρισμό του σονέτου- αποδίδει μια στενή σχέση με τον αναγνώστη, τον οποίο καθιστά ακροατή - κοινωνό των στοιχείων μιας πλούσιας αυτοβιογραφίας. Εντοπίζονται δύο «εσύ»: 1.  το διακριτικό  «εγώ» του ποιητή- αφηγητή, που παρουσιάζεται στον αναγνώστη σαν ένα πολύ γνωστό του πρόσωπο και 2. το εσύ του αναγνώστη –ακροατή. Μέσω αυτών των δύο «εσύ» το προσωπικό και το μερικό  γίνεται πανανθρώπινο.

        Όμως τελικά ο ποιητής δε χρειάζεται να πει πολλά στον  έμπειρο αναγνώστη.  Οι περιπέτειες των λογοτεχνικών προσώπων είναι τόσο οικείες σα να συζητά μαζί τους τα βράδια του, τα πρόσωπα γίνονται σύμβολα, οι συγγραφείς  δημιουργούν στάσεις ζωής, ο εποχές και οι γεωγραφικοί χώροι δίνουν το στίγμα έκφρασης. Η σχέση που καλλιεργείται είναι μια σχέση μυημένων στη γλωσσομάθεια, στη ιστορία, στη φιλοσοφία, στη λογοτεχνικά είδη, στην ποίηση. Ο ποιητής αίρει τον αναγνώστη του και αίρεται μαζί του στους πνευματικούς αιθέρες. Προσφέρει τον εαυτό του, αλλά δεν προσφέρεται στον οποιονδήποτε, για να αξιώσει τον αναγνώστη που θα τον αγγίξει σαν τρυφερό παιδί που έχει ανάγκη το παρηγορητικό χάδι. Πολλές φορές αποκαλύπτεται μέσω λεξιλογίου λαϊκού έως χυδαίου κι η ενσυνείδητη αναζήτηση αποκτά χαρακτήρα δραματικό. Οι  ατέλειωτες φράσεις λειτουργούν τότε ως ποιητικό παιχνίδι με τον αναγνώστη μεταξύ τους ή ως ανάγκη διαφυγής από τη συναισθηματική φόρτιση. Αντίθετα ο φτωχός αναγνώστης θα πρέπει να προσπαθήσει πολύ κι ίσως  δεν καταλάβει.

Ο λόγος, αφηγηματικός στις λεπτομέρειες, δεν παρασύρεται σε λυρικές εκρήξεις εκεί που τα γεγονότα είναι από δραματικά έως τραγικά. Το συναίσθημα, μεταμφιεσμένο σε λόγιες εκφράσεις, ξενόγλωσσες φόρμες, ελέγχεται στα όρια της ψυχρότητας, εντούτοις  ο αναγνώστης αξιώνεται την ανέλπιστη εκμυστήρευση πολύ προσωπικών στιγμών και λεπτομερειών της προσωπικής και οικογενειακής ζωής, καθώς ο ποιητής δείχνει αποφασισμένος να  την εκθέσει δημόσια. Προσωπικά και οικογενειακά βιώματα αναδύουν οσμή πικρή, αν και καλυμμένη σε λόγιες φόρμες.. Με τις επιδράσεις της αγγλοσαξονικής λογοτεχνίας και ιδιοσυγκρασίας, των νοητικών διεργασιών ακόμα και στην απουσία του γέλιου ή χαμόγελου, το  πάθος εσωτερικεύεται μ΄ έναν τρόπο που δε θα τον χαρακτήριζες ελληνικό.   Το ερώτημα για τη χρησιμότητα της ποίησης  στην προσωπική ευδαιμονία  επανέρχεται πιεστικό,  όταν τα ερωτήματα δεν έχουν απαντηθεί και «οι δικοί σου τοίχοι έχουν ακόμη πολλά να πουν». Δε μένει παρά να ορίσουμε τις διαβαθμίσεις της σάτιρας:  ψίθυρος, πικρία, σιγανή κραυγή ή αυτοσαρκασμός. Η προσωπική ταυτότητα συνεχώς αναζητείται ως μια ψυχαναλυτική αφήγηση στο ντιβάνι, όπου ο ασθενής -αν και πολλά πάσχων- δε φτάνει στην αυτολύπηση, αλλά στον αυτοσαρκασμό. Ο ποιητής έχει στήσει την προσωπική του περσόνα σε κοντινή απόσταση και την πυροβολεί μέσω του β ενικού πρόσωπου,  ως αποστασιοποίηση και αναγκαία συναισθηματική απόσταση για την εκμυστήρευση. Ο λόγος, αν αφηνόταν ελεύθερος πίσω από τις λόγιες φόρμες που τον συγκρατούν, θα γινόταν χείμαρρος.


Κυριακή 3 Απριλίου 2011

σήματα λυγρά


Σωρός τα ερείπια
πνιγμένος στα χορτάρια.
Σκεπάστηκε ο βωμός
κι ο κέρνος άγνωστος.
Άδεια τα αρχαία πιθάρια,
κλεμμένα τα χρυσά.
Κανείς δεν είναι εδώ
ν΄ ακούσει  
στον ήχο της βροχής
«σήματα λυγρά».
Ο βαίτυλος
πέτρα της λήθης.
Ο φύλακας μετά τη βροχή
βγήκε για σαλιγκάρια.